(…) Ούτε έχω ψευτοεγωισμό ούτε και είμαι θυμωμένη μαζί σας, φίλε μου. Σας περίμενα ως τις δύο μετά τα μεσάνυχτα. Να περιμένεις ένα πλάσμα που αγαπάς! Όποιος έχει γνωρίσει αυτό το μαρτύριο δεν το επιβάλλει σε κανένα. Το βλέπω καλά πως αγαπάτε πρώτη φορά. Τι συνέβη, λοιπόν; Ανησύχησα. Αν δεν φοβόμουνα μην προδώσω τα μυστικά της καρδιάς μου, θα ‘ρχόμουν να μάθω τι ευχάριστο ή δυσάρεστο σας συνέβη. Αλλά, αν έβγαινα τέτοια ώρα, είτε με τα πόδια είτε με την άμαξα, ήμουν χαμένη. Ένιωσα τη δυστυχία να ‘σαι γυναίκα. Καθησυχάστε με, εξηγήστε μου γιατί δεν ήρθατε μετά απ’ αυτά που σας είπε ο πατέρας μου. Θα θυμώσω, αλλά θα σας συγχωρήσω. Είστε άρρωστος; Γιατί να μένετε τόσο μακριά; Θα ιδωθούμε σύντομα, έτσι; Αν είστε απασχολημένος, μια λέξη θα μου είναι αρκετή. Για το Θεό, μια λέξη. Πείτε: “Έρχομαι” ή: “Υποφέρω”. Αλλά αν ήσασταν άρρωστος, ο πατέρας μου θα ‘χε έρθει να μου το πει. Τι συνέβη, λοιπόν;…
Απόσπασμα από το μυθιστόρημα “Ο μπάρμπα-Γκοριό” του Ονορέ Ντε Μπαλζάκ (1799-1850)